Οι προσδοκίες που έχουμε είτε από τον εαυτό μας είτε από τους άλλους, μπορούν να μας φωτίσουν αμέτρητες δυνατότητες ή να μας γεμίσουν με ενοχές, απογοήτευση, θλίψη και παραίτηση. Ο λόγος που χρησιμοποιώ την λέξη “φωτίσουν” είναι ακριβώς γιατί αυτό κάνουν – οι δυνατότητες υπάρχουν ακόμα και αν εμείς βλέπουμε μόνο σκοτάδι και εμπόδια. Το 1965 με το πείραμα του Oak School που ερεύνησε ο Rosenthal όπου στην πορεία ονομάστηκε ‘το φαινόμενο του Πυγμαλίων’ ανέδειξε ότι δάσκαλοι που είχαν την πληροφορία για κάποιους μαθητές ότι έχουν υψηλές ικανότητες (βάση IQ test) είχαν υποσυνείδητα διαφορετική συμπεριφορά και αντιμετώπιση με αποτέλεσμα όντως να διαπρεύσουν και να διακριθούν για τις επιτυχίες τους. Το τεστ ήταν ένα απλό IQ τεστ και η επιλογή των μαθητών τυχαία. Το συμπέρασμα ήταν ότι αν δείξεις στον άλλον ή και στον εαυτό σου δυνατότητες και πίστη, θα αποκτήσεις ικανότητες που μέχρι πριν μπορεί να μην γνώριζες.

Όμως υπάρχει μια παγίδα η οποία δεν είναι πάντα αντιληπτή. Και δεν είναι άλλη από τον λάθος τρόπο. Δεν φτάνει η “γενικότερη”‘ πίστη στον άλλον αλλά η συγκεκριμένη και στοχευμένη κάθε φορά. Όπως για παράδειγμα: αντί να πούμε “γνωρίζω ότι είσαι καλός στα μαθήματα ή στην εργασία σου”, πείτε καλύτερα “γνωρίζω ότι το δυνατό σου σημείο είναι στα μαθηματικά και στη φυσική, όπως επίσης γνωρίζω ότι θες λίγο παραπάνω προσπάθεια στην έκθεση, πως μπορώ να σε βοηθήσω για να αναδείξεις το ταλέντο σου και τις ικανότητες σου και εκεί;” με αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζετε ότι δεν είναι θέμα δυνατοτήτων ή τεμπελιάς αλλά θέμα προσπάθειας, όπως επίσης αναγνωρίζετε και την πιθανή δυσκολία. Αν στεκόμαστε στα αρνητικά θα έχουμε περισσότερα αρνητικά, θα πέφτει η αυτοπεποίθηση και μετά θα γίνει πεποίθηση που υποσυνείδητα θα προσπαθούμε να επιβεβαιώνουμε κάθε φορά. Άλλος λάθος τρόπος είναι η υπερβολική έκφραση οπως για παράδειγμα “είσαι διάνοια και δεν μπορείς να λύσεις ένα απλό πρόβλημα;” Με αυτόν τον τρόπο ανεβάζουμε τόσο πολύ τις προσδοκίες μας όπου δεν αναγνωρίζουμε κάποια δυσκολία ώστε να βρεθεί ο τρόπος να ξεπεραστεί, αλλά προβάλουμε μία “ταμπέλα” όπου δεν υπάρχει δικαιολογία ή περιθώρια λάθους και βελτίωσης. Τα λάθη είναι για να μαθαίνουμε και να γινόμαστε καλύτεροι, όχι για να απογοητεύομαστε και να αυτοχαρακτηριζόμαστε.

Αυτή η αντιμετώπιση εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα και σχέσεις, γονέα-παιδί, δασκάλου-μαθητή, συντροφική, συναδελφική, κτλ. Όμως η κάθε περίπτωση είναι μοναδική και πρέπει να εξετάζεται ανάλογα με την διαφορετικότητα της και λαμβάνοντας υπόψιν όλους τους παράγοντες.

Πηγή: www.psychotherapists.gr

Newsletter